ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΑΝΟΙΚΟ ... (7 elements)el (7) : ΑΙΘΑΝΟΙΚΟ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΤΟΣ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΩ · ΑΝΟΙΚΟΚΥΡΕΥΤΟΣ · ΑΝΟΙΚΟΝΟΜΗΤΟΣ · ΠΑΡΑΝΟΙΚΟΣ | |
ΑΙΘΑΝΟΙΚΟ · ΑΝΟΙΚΤΗ · ΑΝΟΙΚΤΗΣ · ΑΝΟΙΚΤΟ · ΑΝΟΙΚΤΟΚΑΡΔΟΣ · ΑΝΟΙΚΤΟΣ · ΑΝΟΙΚΤΟΥ · ΑΝΟΙΚΤΟΧΡΩΜΟΣ · ΟΡΘΑΝΟΙΚΤΟΣ · ΠΑΡΑΝΟΙΚΟΣ ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΩ · ΑΝΟΙΚΟΝΟΜΗΤΟΣ · ΕΝΟΙΚΟΙ · ΕΝΟΙΚΟΣ · ΕΥΝΟΙΚΟΣ · ΠΑΡΑΝΟΙΚΟΣ · ΣΠΙΤΟΝΟΙΚΟΚΥΡΑ · ΣΠΙΤΟΝΟΙΚΟΚΥΡΗΣ · ΣΥΝΟΙΚΟΣ | |
ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΤΟΣ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΩ ΑΝΟΙΚΟΚΥΡΕΥΤΟΣ ΑΝΟΙΚΟΝΟΜΗΤΟΣ ΠΑΡΑΝΟΙΚΟΣ ΑΙΘΑΝΟΙΚΟ ΠΑΡΑΝΟΙΚΟΣ |