ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΑΝΟΙΚ ... (18 elements)el (18) : ΑΙΘΑΝΟΙΚΟ · ΑΝΟΙΚΤΗ · ΑΝΟΙΚΤΗΣ · ΑΝΟΙΚΤΟ · ΑΝΟΙΚΤΟΚΑΡΔΟΣ · ΑΝΟΙΚΤΟΣ · ΑΝΟΙΚΤΟΥ · ΑΝΟΙΚΤΟΧΡΩΜΟΣ · ΟΡΘΑΝΟΙΚΤΟΣ · ΠΑΡΑΝΟΙΚΟΣ | |
ΑΝΟΙ · ΑΝΟΙΧΤΑ · ΑΝΟΙΧΤΕΣ · ΑΝΟΙΧΤΗ · ΑΝΟΙΧΤΗΡΙ · ΑΝΟΙΧΤΟ · ΜΙΣΑΝΟΙΧΤΟΣ · ΟΛΑΝΟΙΧΤΟΣ · ΟΡΘΑΝΟΙΧΤΑ · ΟΡΘΑΝΟΙΧΤΟΣ ΑΝΕΝΟΙΚΙΑΣΤΟΣ · ΑΝΟΙΚΕΙΟΣ · ΑΝΟΙΚΕΙΩΣ · ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ · ΕΝΟΙΚΙΑΖΟΜΕΝΟ · ΕΝΟΙΚΙΟ · ΕΝΟΙΚΙΩΝ · ΣΥΝΟΙΚΕΣΙΟ · ΥΠΕΝΟΙΚΙΑΖΩ · ΥΠΕΝΟΙΚΙΑΣΗ | |
ΑΝΟΙΚΕΙΟΣ · ΑΝΟΙΚΕΙΩΣ ΑΙΘΑΝΟΙΚΟ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΤΟΣ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΩ · ΑΝΟΙΚΟΚΥΡΕΥΤΟΣ ΑΝΟΙΚΤΗ · ΑΝΟΙΚΤΗΣ · ΑΝΟΙΚΤΙΡΜΩΝ · ΑΝΟΙΚΤΟ · ΑΝΟΙΚΤΟΚΑΡΔΟΣ ΑΙΘΑΝΟΙΚΟ · ΟΡΘΑΝΟΙΚΤΟΣ ΠΑΡΑΝΟΙΚΟΣ |