ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΝΟΙΚ ... (68 elements)

ΑΝΕΝΟΙΚΙΑΣΤΟΣ · ΑΝΟΙΚΕΙΟΣ · ΑΝΟΙΚΕΙΩΣ · ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ · ΕΝΟΙΚΙΑΖΟΜΕΝΟ · ΕΝΟΙΚΙΟ · ΕΝΟΙΚΙΩΝ · ΣΥΝΟΙΚΕΣΙΟ · ΥΠΕΝΟΙΚΙΑΖΩ · ΥΠΕΝΟΙΚΙΑΣΗ

... ΟΙΚΟ ... (183 elements)

ΑΠΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ · ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗ · ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑ · ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ · ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΤΙΚΑ · ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΤΙΚΟΣ · ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΩ · ΕΥΒΟΙΚΟΥ · ΜΠΟΙΚΟΤΑΖ · ΟΙΚΟ

... ΑΝΟΙΚΟ ... (7 elements)

ΑΙΘΑΝΟΙΚΟ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΤΟΣ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΩ · ΑΝΟΙΚΟΚΥΡΕΥΤΟΣ

... ΕΝΟΙΚΟ ... (2 elements)

ΕΝΟΙΚΟΙ · ΕΝΟΙΚΟΣ

... ΝΟΙΚΟΔ ... (3 elements)

ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΤΟΣ · ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΩ

... ΝΟΙΚΟΚ ... (14 elements)

ΑΝΟΙΚΟΚΥΡΕΥΤΟΣ · ΝΟΙΚΟΚΥΡΑ · ΝΟΙΚΟΚΥΡΕΜΑ · ΝΟΙΚΟΚΥΡΕΜΕΝΟΣ · ΝΟΙΚΟΚΥΡΕΣ

... ΝΟΙΚΟΝ ... (1 element)

ΑΝΟΙΚΟΝΟΜΗΤΟΣ

... ΝΟΙΚΟΣ ... (4 elements)

ΕΝΟΙΚΟΣ · ΕΥΝΟΙΚΟΣ · ΠΑΡΑΝΟΙΚΟΣ · ΣΥΝΟΙΚΟΣ

... ΟΝΟΙΚΟ ... (2 elements)

ΣΠΙΤΟΝΟΙΚΟΚΥΡΑ · ΣΠΙΤΟΝΟΙΚΟΚΥΡΗΣ

... ΥΝΟΙΚΟ ... (2 elements)

ΕΥΝΟΙΚΟΣ · ΣΥΝΟΙΚΟΣ