ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΡΕΠΤΙ ... (12 elements)

ΑΝΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΣ · ΕΠΙΤΡΕΠΤΙΚΟΣ · ΘΡΕΠΤΙΚΗ · ΘΡΕΠΤΙΚΟ · ΘΡΕΠΤΙΚΟΣ · ΘΡΕΠΤΙΚΟΤΗΣ · ΘΡΕΠΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΚΑΘΡΕΠΤΙΖΩ · ΚΑΤΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΤΑΤΟΣ

... ΤΡΕΠΤ ... (23 elements)

ΑΜΕΤΑΤΡΕΠΤΟ · ΑΜΕΤΑΤΡΕΠΤΟΣ · ΑΝΑΣΤΡΕΠΤΟ · ΑΝΤΙΣΤΡΕΠΤΟΣ · ΑΠΟΤΡΕΠΤΟΣ · ΕΠΙΣΤΡΕΠΤΟΣ · ΜΕΤΑΤΡΕΠΤΟ · ΜΕΤΑΤΡΕΠΤΟΣ · ΣΤΡΕΠΤΟΚΟΚΚΟΣ · ΣΤΡΕΠΤΟΜΥΚΙΝΗ

... ΑΤΡΕΠΤΙ ... (1 element)

ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΟΣ

... ΙΤΡΕΠΤΙ ... (1 element)

ΕΠΙΤΡΕΠΤΙΚΟΣ

... ΟΤΡΕΠΤΙ ... (1 element)

ΑΠΟΤΡΕΠΤΙΚΟΣ

... ΣΤΡΕΠΤΙ ... (3 elements)

ΑΝΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΤΑΤΟΣ

... ΤΡΕΠΤΙΚ ... (6 elements)

ΑΝΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΣ · ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΟΣ · ΑΠΟΤΡΕΠΤΙΚΟΣ · ΕΠΙΤΡΕΠΤΙΚΟΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΣ