ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΣΥΓΧ ... (57 elements)el (57) : ΑΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΑΣΥΓΧΡΟΝΙΣΤΟΣ · ΑΣΥΓΧΡΟΝΟΣ · ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΑ · ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΟΣ · ΚΑΤΑΣΥΓΧΥΖΟΜΑΙ · ΣΥΓΧΙΖΩ · ΣΥΓΧΙΣΗ · ΣΥΓΧΙΣΜΕΝΟΣ · ΣΥΓΧΩΡΕΙΤΕ | |
ΑΣΥΓΧΡΟΝΙΣΤΟΣ · ΑΣΥΓΧΡΟΝΟΣ · ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΑ · ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΟΣ · ΚΑΛΟΣΥΓΥΡΙΣΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΣΥΓΧΥΖΟΜΑΙ · ΣΥΓ · ΣΥΓΥΡΙΖΩ · ΣΥΓΥΡΙΣΜΑ · ΣΥΓΥΡΙΣΜΕΝΟΣ ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΑ · ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΟΣ · ΣΥΓΧΩΡΕΙΤΕ · ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ · ΣΥΓΧΩΡΗΣΗ · ΣΥΓΧΩΡΗΤΕΟΣ · ΣΥΓΧΩΡΗΤΩΣ · ΣΥΓΧΩΡΟΧΑΡΤΙ · ΣΥΓΧΩΡΩ · ΣΥΓΧΩΡΩΝ | |
ΑΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΑΣΥΓΧΡΟΝΙΣΤΟΣ · ΑΣΥΓΧΡΟΝΟΣ · ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΑ · ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΟΣ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΟΜΑΙ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΩ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΕΝΟΣ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠΕΡΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΣΥΓΧΑΙΡΩ · ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ · ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΟΣ ΣΥΓΧΙΖΩ · ΣΥΓΧΙΣΗ · ΣΥΓΧΙΣΜΕΝΟΣ ΣΥΓΧΟΡΔΙΑ ΑΣΥΓΧΡΟΝΗ · ΑΣΥΓΧΡΟΝΙΣΤΟΣ · ΑΣΥΓΧΡΟΝΟΣ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΟΜΑΙ · ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΩ ΚΑΤΑΣΥΓΧΥΖΟΜΑΙ · ΣΥΓΧΥΖΟΜΑΙ · ΣΥΓΧΥΖΩ · ΣΥΓΧΥΣΗ · ΣΥΓΧΥΣΜΕΝΟΣ ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΑ · ΑΣΥΓΧΩΡΗΤΟΣ · ΣΥΓΧΩΡΕΙΤΕ · ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ · ΣΥΓΧΩΡΗΣΗ |