ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΣΚΟΠ ... (156 elements)el (156) : ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ · ΑΝΑΣΚΟΠΙΚΟΣ · ΑΝΑΣΚΟΠΩ · ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΚΟΠΙΑ · ΑΡΧΙΚΑΤΑΣΚΟΠΟΣ · ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΙΑ · ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΥΣΕΙ · ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΥΣΗ · ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΥΩ · ΚΑΤΑΣΚΟΠΙΑ | |
ΒΩΛΟΚΟΠΙΟ · ΓΛΕΝΤΟΚΟΠΙ · ΜΕΘΟΚΟΠΑΩ · ΝΕΥΡΟΚΟΠΙ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΚΟΠΙΑ · ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ · ΣΤΑΥΡΟΚΟΠΙΕΜΑΙ · ΦΑΝΤΑΣΙΟΚΟΠΙΑ · ΧΟΝΤΡΟΚΟΠΙΑ · ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΑΝΤΙΣΚΟΙΝΟ · ΔΙΣΚΟΘΗΚΗ · ΔΥΣΚΟΙΛΙΟΣ · ΔΥΣΚΟΙΛΙΟΤΗΤΑ · ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙ · ΜΠΟΥΓΑΔΟΣΚΟΙΝΟ · ΣΚΟΙΝΑΚΙ · ΣΚΟΙΝΟΠΟΥΛΙ · ΣΥΡΜΑΤΟΣΚΟΙΝΟ · ΦΟΥΣΚΟΘΑΛΑΣΣΙΑ | |
ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ · ΑΝΑΣΚΟΠΙΚΟΣ · ΑΝΑΣΚΟΠΩ · ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΚΟΠΙΑ · ΑΡΧΙΚΑΤΑΣΚΟΠΟΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΣΚΟΠΙΟ · ΤΗΛΕΣΚΟΠΙΚΟΣ · ΤΗΛΕΣΚΟΠΙΚΩΣ · ΤΗΛΕΣΚΟΠΙΟ · ΤΗΛΕΣΚΟΠΙΟΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟΣ · ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΙ · ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ · ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ · ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΚΙΝΗΤΟΣΚΟΠΙΟ · ΚΡΥΟΣΚΟΠΙΟ · ΜΑΓΝΗΤΟΣΚΟΠΗΜΕΝΗ · ΜΑΓΝΗΤΟΣΚΟΠΗΣΗΣ · ΜΑΓΝΗΤΟΣΚΟΠΩ ΑΣΚΟΠΑ · ΔΙΣΚΟΠΑΘΕΙΑ · ΠΡΟΣΚΟΠΑΚΙ ΑΣΤΕΡΟΣΚΟΠΕΙΟ · ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΙΑ · ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΥΣΕΙ · ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΥΣΗ · ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΥΩ ΑΒΟΛΙΔΟΣΚΟΠΗΤΟΣ · ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ · ΒΟΛΙΔΟΣΚΟΠΗΣΗ · ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗΣ · ΕΝΔΟΣΚΟΠΗΣΗ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΚΟΠΙΑ · ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟΣ · ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟΣ · ΚΑΙΡΟΣΚΟΠΙΣΜΟΣ · ΚΑΤΑΣΚΟΠΙΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΙ · ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ · ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ · ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΑ · ΔΗΜΟΣΚΟΠΟΣ ΔΙΣΚΟΠΡΙΟΝΟ ΑΠΡΟΣΚΟΠΤΟΣ ΣΒΑΡΤΣΚΟΠΦ ΑΚΤΙΝΟΣΚΟΠΩ · ΑΝΑΣΚΟΠΩ · ΑΠΟΣΚΟΠΩ · ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΩΝ · ΑΣΚΟΠΩΣ ΣΒΑΡΤΣΚΟΠΦ |