ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... (6 elements)el (6) : ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ | |
... ΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ... (11 elements) ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟ · ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟ · ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... (9 elements) ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΠΑΡΑΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΠΕΡΙΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ | |
... ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... (1 element) ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... (1 element) ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... (1 element) ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... (1 element) ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... (1 element) ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... (1 element) ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ |