ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΟΠΟΙΗΤΙ ... (18 elements)

ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟ · ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΗ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ

... ΠΟΙΗΤΙΚ ... (27 elements)

ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΜΕΤΑΠΟΙΗΤΙΚΗ · ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΗ · ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΠΟΙΗΤΙΚΗ · ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΗ

... ΓΟΠΟΙΗΤΙΚ ... (1 element)

ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ

... ΔΟΠΟΙΗΤΙΚ ... (3 elements)

ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΗ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ

... ΝΟΠΟΙΗΤΙΚ ... (4 elements)

ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΩΣ

... ΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ... (4 elements)

ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΑ

... ΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ... (2 elements)

ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΗ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΗ

... ΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ... (11 elements)

ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟ · ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟ · ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ

... ΟΠΟΙΗΤΙΚΩ ... (1 element)

ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΩΣ

... ΠΟΠΟΙΗΤΙΚ ... (1 element)

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ

... ΡΟΠΟΙΗΤΙΚ ... (3 elements)

ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΗ · ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ

... ΣΟΠΟΙΗΤΙΚ ... (1 element)

ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟ

... ΤΟΠΟΙΗΤΙΚ ... (2 elements)

ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ

... ΧΟΠΟΙΗΤΙΚ ... (3 elements)

ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΑ · ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟ · ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ