ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΜΟΡ ... (232 elements)

ΓΚΙΛΜΟΡ · ΔΥΣΜΟΡΦΙΑ · ΔΥΣΜΟΡΦΟΣ · ΕΛΜΟΡ · ΕΠΙΜΟΡΤΗ · ΜΟΡΣ · ΜΟΡΣΟ · ΜΟΡΤΗΣ · ΜΠΕΛΜΟΡ · ΠΡΙΜΟΡΣΚΙ

... ΟΡΦ ... (158 elements)

ΘΟΡΦΙΝ · ΚΟΡΦΟΣ · ΜΟΡΦΟΥ · ΜΟΡΦΟΧΑΛΥΒΕΣ · ΝΟΡΦΟΚ · ΝΟΡΦΟΛΚ · ΟΜΟΡΦΟΣ · ΟΜΟΡΦΟΥΛΑ · ΟΜΟΡΦΟΥΛΗΣ · ΣΥΜΜΟΡΦΟΥΜΕΝΟΣ

... ΑΜΟΡΦ ... (35 elements)

ΜΕΤΑΜΟΡΦΙΚΟΣ · ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΝΟΜΑΙ · ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΝΩ · ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ · ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ

... ΕΜΟΡΦ ... (2 elements)

ΠΑΝΕΜΟΡΦΑ · ΠΑΝΕΜΟΡΦΟΣ

... ΙΜΟΡΦ ... (4 elements)

ΔΙΜΟΡΦΙΣΜΟΣ · ΕΠΙΜΟΡΦΩΝΩ · ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ · ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟΣ

... ΜΜΟΡΦ ... (5 elements)

ΣΥΜΜΟΡΦΙΑ · ΣΥΜΜΟΡΦΟΥΜΕΝΟΣ · ΣΥΜΜΟΡΦΩ · ΣΥΜΜΟΡΦΩΝΟΜΑΙ · ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ

... ΜΟΡΦΑ ... (14 elements)

ΙΕΡΑΚΟΜΟΡΦΑ · ΚΟΡΑΚΟΜΟΡΦΑ · ΛΑΓΟΜΟΡΦΑ · ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΑ · ΟΜΟΡΦΑ

... ΜΟΡΦΕ ... (2 elements)

ΜΟΡΦΕΑΣ · ΜΟΡΦΕΣ

... ΜΟΡΦΗ ... (9 elements)

ΕΡΥΘΡΟΜΟΡΦΗ · ΚΥΜΑΤΟΜΟΡΦΗ · ΜΕΛΑΝΟΜΟΡΦΗ · ΜΟΡΦΗ · ΜΟΡΦΗΜΑ

... ΜΟΡΦΙ ... (19 elements)

ΑΝΘΡΩΠΟΜΟΡΦΙΚΟΣ · ΔΙΜΟΡΦΙΣΜΟΣ · ΔΥΣΜΟΡΦΙΑ · ΜΕΘΥΛΟΜΟΡΦΙΝΗ · ΜΕΤΑΜΟΡΦΙΚΟΣ

... ΜΟΡΦΟ ... (35 elements)

ΑΝΘΡΩΠΟΜΟΡΦΟΣ · ΑΝΟΜΟΙΟΜΟΡΦΟΣ · ΙΔΙΟΜΟΡΦΟΣ · ΙΣΟΜΟΡΦΟΣ · ΜΕΣΟΜΟΡΦΟΣ

... ΜΟΡΦΩ ... (45 elements)

ΑΝΑΔΙΑΜΟΡΦΩΝΩ · ΑΝΑΜΟΡΦΩΝΩ · ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΩ · ΕΠΙΜΟΡΦΩΝΩ · ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ

... ΟΜΟΡΦ ... (47 elements)

ΑΝΘΡΩΠΟΜΟΡΦΙΚΟΣ · ΑΝΘΡΩΠΟΜΟΡΦΙΣΜΟΣ · ΑΝΘΡΩΠΟΜΟΡΦΟΣ · ΑΝΟΜΟΙΟΜΟΡΦΟΣ · ΙΔΙΟΜΟΡΦΟΣ

... ΣΜΟΡΦ ... (2 elements)

ΔΥΣΜΟΡΦΙΑ · ΔΥΣΜΟΡΦΟΣ

... ΥΜΟΡΦ ... (6 elements)

ΕΥΜΟΡΦΟΣ · ΠΟΛΥΜΟΡΦΙΑ · ΠΟΛΥΜΟΡΦΙΚΟΣ · ΠΟΛΥΜΟΡΦΙΣΜΟΣ · ΠΟΛΥΜΟΡΦΟ

... ΩΜΟΡΦ ... (1 element)

ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ