ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΛΗΚΤΙ ... (22 elements)el (22) : ΔΙΑΠΛΗΚΤΙΖΟΜΑΙ · ΔΙΑΠΛΗΚΤΙΣΜΟΣ · ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΗ · ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΩΣ · ΕΠΙΠΛΗΚΤΙΚΩΣ · ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΟ · ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΟΣ · ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΗ · ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟΩ · ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΩΣ | |
ΔΗΚΤΙΚΑ · ΔΗΚΤΙΚΟΣ · ΔΗΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΔΗΚΤΙΚΩΣ · ΔΙΑΠΛΗΚΤΙΖΟΜΑΙ · ΔΙΑΠΛΗΚΤΙΣΜΟΣ · ΝΗΚΤΙΚΗ · ΝΗΚΤΙΚΟ · ΤΡΑΒΗΚΤΙΚΑ · ΤΡΑΒΗΚΤΙΚΗ ΑΚΑΤΑΛΗΚΤΟΣ · ΑΝΟΜΟΙΟΚΑΤΑΛΗΚΤΟΣ · ΕΚΠΛΗΚΤΟΣ · ΘΕΑΤΡΟΠΛΗΚΤΟΣ · ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΟΣ · ΚΕΡΑΥΝΟΠΛΗΚΤΟΣ · ΟΞΥΛΗΚΤΟΣ · ΠΛΗΚΤΡΟΓΡΑΦΩ · ΠΛΗΚΤΡΟΝ · ΦΑΝΤΑΣΙΟΠΛΗΚΤΟΣ | |
ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΟ · ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΟΣ ΔΙΑΠΛΗΚΤΙΖΟΜΑΙ ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΗ · ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟΤΗΣ · ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΩΣ · ΕΠΙΠΛΗΚΤΙΚΩΣ ΔΙΑΠΛΗΚΤΙΣΜΟΣ ΑΠΟΠΛΗΚΤΙΚΟΣ · ΔΙΑΠΛΗΚΤΙΖΟΜΑΙ · ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΑ · ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΗ · ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ |