ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΚΟΚΑΛΟ ... (3 elements)

... ΚΟΚΑΛ ... (13 elements)

ΚΟΚΑΛΙΑΡΗΣ · ΚΟΚΑΛΙΑΡΙΚΟΣ · ΚΟΚΑΛΙΝΟΣ · ΚΟΚΑΛΩΜΑ · ΚΟΚΑΛΩΜΕΝΟΣ · ΚΟΚΑΛΩΝΩ · ΞΕΚΟΚΑΛΙΖΩ · ΟΣΤΡΑΚΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ · ΠΥΚΝΟΚΟΚΑΛΟΣ · ΡΑΧΟΚΟΚΑΛΙΑ

... ΟΚΑΛΟ ... (10 elements)

ΑΠΟΚΑΛΟΥΜΕΝΟΣ · ΑΥΤΟΚΑΛΟΥΜΕΝΟΣ · ΓΑΙΔΟΥΡΟΚΑΛΟΚΑΙΡΟ · ΚΟΚΑΛΟ · ΚΡΟΚΑΛΟΠΑΓΕΣ · ΜΕΣΟΚΑΛΟΚΑΙΡΟ · ΠΟΡΤΟΚΑΛΟΦΛΟΥΔΑ · ΠΥΚΝΟΚΟΚΑΛΟΣ · ΦΡΟΚΑΛΟ · ΨΑΡΟΚΟΚΑΛΟ

... ΚΟΚΑΛΟΣ ... (1 element)

ΠΥΚΝΟΚΟΚΑΛΟΣ

... ΟΚΟΚΑΛΟ ... (2 elements)

ΠΥΚΝΟΚΟΚΑΛΟΣ · ΨΑΡΟΚΟΚΑΛΟ