ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΚΟΚΑΛΛ ... (1 element)

... ΚΟΚΑΛ ... (13 elements)

ΚΟΚΑΛΙΑΡΗΣ · ΚΟΚΑΛΙΑΡΙΚΟΣ · ΚΟΚΑΛΙΝΟΣ · ΚΟΚΑΛΩΜΑ · ΚΟΚΑΛΩΜΕΝΟΣ · ΚΟΚΑΛΩΝΩ · ΞΕΚΟΚΑΛΙΖΩ · ΟΣΤΡΑΚΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ · ΠΥΚΝΟΚΟΚΑΛΟΣ · ΡΑΧΟΚΟΚΑΛΙΑ

... ΟΚΑΛΛ ... (19 elements)

ΑΜΠΕΛΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ · ΔΑΣΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ · ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ · ΙΔΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ · ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ · ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΗΣ · ΜΟΝΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ · ΟΣΤΡΑΚΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ · ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ · ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ

... ΑΚΟΚΑΛΛ ... (1 element)

ΟΣΤΡΑΚΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

... ΚΟΚΑΛΛΙ ... (1 element)

ΟΣΤΡΑΚΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ