ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΚΛΗΡΩ ... (24 elements)el (24) : ΑΡΤΗΡΙΟΣΚΛΗΡΩΣΗ · ΑΡΤΗΡΙΟΣΚΛΗΡΩΤΙΚΟΣ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟΣ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟΥ · ΣΚΛΗΡΩΜΑ · ΣΚΛΗΡΩΝ · ΣΚΛΗΡΩΣ | |
ΑΠΟΚΛΗΡΟΣ · ΚΛΗΡΟ · ΚΛΗΡΟΔΟΣΙΑ · ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑ · ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΣΗ · ΚΛΗΡΟΔΟΤΩ · ΚΛΗΡΟΔΟΧΟΣ · ΟΛΟΚΛΗΡΟ · ΟΛΟΚΛΗΡΟΣ · ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ · ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΣ · ΑΠΛΗΡΩΤΗ · ΑΠΛΗΡΩΤΟΣ · ΑΡΤΗΡΙΟΣΚΛΗΡΩΤΙΚΟΣ · ΑΣΥΜΠΛΗΡΩΤΟΣ · ΚΑΚΟΠΛΗΡΩΤΗΣ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΑ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟΣ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ | |
ΔΙΑΚΛΗΡΩΣΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΑ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟΣ ΑΠΟΚΛΗΡΩΝΩ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΝΟΜΑΙ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΝΩ · ΣΚΛΗΡΩΝ ΑΠΟΚΛΗΡΩΣΗ · ΑΡΤΗΡΙΟΣΚΛΗΡΩΣΗ · ΔΙΑΚΛΗΡΩΣΗ · ΚΛΗΡΩΣΗ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΕΙ ΑΝΟΛΟΚΛΗΡΩΤΟΣ · ΑΡΤΗΡΙΟΣΚΛΗΡΩΤΙΚΟΣ · ΚΛΗΡΩΤΟΣ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΑ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟΣ ΑΠΟΚΛΗΡΩΝΩ · ΑΠΟΚΛΗΡΩΣΗ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΑ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΑΡΤΗΡΙΟΣΚΛΗΡΩΣΗ · ΑΡΤΗΡΙΟΣΚΛΗΡΩΤΙΚΟΣ · ΣΚΛΗΡΩΜΑ · ΣΚΛΗΡΩΝ · ΣΚΛΗΡΩΣ |