ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΩΡΙΜ ... (12 elements)el (12) : ΑΝΩΡΙΜΟΣ · ΑΝΩΡΙΜΟΤΗΤΑ · ΓΝΩΡΙΜΙΑ · ΓΝΩΡΙΜΙΕΣ · ΓΝΩΡΙΜΟΣ · ΥΠΕΡΩΡΙΜΟΣ · ΩΡΙΜΑ · ΩΡΙΜΟΣ · ΩΡΙΜΟΤΗΣ · ΩΡΙΜΟΤΗΤΑ | |
ΑΝΩΡΙΜΟΣ · ΑΝΩΡΙΜΟΤΗΤΑ · ΓΝΩΡΙΜΙΑ · ΓΝΩΡΙΜΙΕΣ · ΓΝΩΡΙΜΟΣ · ΥΠΕΡΩΡΙΜΟΣ · ΩΡΙΜΑ · ΩΡΙΜΟΣ · ΩΡΙΜΟΤΗΣ · ΩΡΙΜΟΤΗΤΑ ΑΚΕΤΥΛΟΧΛΩΡΙΔΙΟ · ΔΩΡΙΔΑ · ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ · ΘΩΡΙΑ · ΛΕΩΦΟΡΕΙΟΛΩΡΙΔΑ · ΛΩΡΙΔΑ · ΧΛΩΡΙΔΑ · ΧΛΩΡΙΔΑΣ · ΧΛΩΡΙΔΙΟ · ΩΡΙΓΕΝΗΣ | |
ΑΝΩΡΙΜΟΣ · ΑΝΩΡΙΜΟΤΗΤΑ · ΓΝΩΡΙΜΙΑ · ΓΝΩΡΙΜΙΕΣ · ΓΝΩΡΙΜΟΣ ΥΠΕΡΩΡΙΜΟΣ ΩΡΙΜΑ · ΩΡΙΜΑΖΩ · ΩΡΙΜΑΝΣΗ ΓΝΩΡΙΜΙΑ · ΓΝΩΡΙΜΙΕΣ ΑΝΩΡΙΜΟΣ · ΑΝΩΡΙΜΟΤΗΤΑ · ΓΝΩΡΙΜΟΣ · ΥΠΕΡΩΡΙΜΟΣ · ΩΡΙΜΟΣ |