ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΟΡΜ ... (94 elements)

ΕΞΟΡΜΗΣΗ · ΕΞΟΡΜΩ · ΕΦΟΡΜΩ · ΖΟΡΜΠΑΣ · ΜΟΡΜΟΝ · ΜΟΡΜΟΝΟΙ · ΜΟΡΜΟΝΟΣ · ΟΡΜΩ · ΣΤΟΡΜΠΑΙΛΤ · ΦΟΡΜΠΣ

... ΦΟΡ ... (510 elements)

ΑΔΙΑΦΟΡΩΝΤΑΣ · ΓΕΡΑΝΟΠΛΑΤΦΟΡΜΑ · ΔΙΑΦΟΡΩΝ · ΜΠΡΑΝΤΦΟΡΝΤ · ΠΕΡΙΦΟΡΩΝ · ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ · ΦΟΡ · ΦΟΡΤΟΠΛΑΤΦΟΡΜΑ · ΦΟΡΩ · ΦΟΡΩΝ

... ΑΦΟΡΜ ... (2 elements)

ΑΦΟΡΜΗ · ΞΑΝΑΦΟΡΜΑΡΩ

... ΕΦΟΡΜ ... (5 elements)

ΕΦΟΡΜΗΣΗ · ΕΦΟΡΜΩ · ΝΤΕΦΟΡΜΕ · ΞΕΦΟΡΜΑΡΩ · ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟΣ

... ΜΦΟΡΜ ... (4 elements)

ΑΝΤΙΚΟΜΦΟΡΜΙΣΜΟΣ · ΑΝΤΙΚΟΜΦΟΡΜΙΣΤΗΣ · ΚΟΜΦΟΡΜΙΣΜΟΣ · ΚΟΜΦΟΡΜΙΣΤΗΣ

... ΝΦΟΡΜ ... (1 element)

ΚΟΝΦΟΡΜΙΣΜΟΣ

... ΟΦΟΡΜ ... (6 elements)

ΚΑΚΟΦΟΡΜΙΖΩ · ΚΑΚΟΦΟΡΜΙΣΜΑ · ΜΙΚΡΟΦΟΡΜΑ · ΣΤΡΟΦΟΡΜΗ · ΧΛΩΡΟΦΟΡΜΙΖΩ

... ΤΦΟΡΜ ... (3 elements)

ΓΕΡΑΝΟΠΛΑΤΦΟΡΜΑ · ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ · ΦΟΡΤΟΠΛΑΤΦΟΡΜΑ

... ΦΟΡΜΑ ... (16 elements)

ΞΑΝΑΦΟΡΜΑΡΩ · ΞΕΦΟΡΜΑΡΩ · ΦΟΡΜΑ · ΦΟΡΜΑΙΚΑ · ΦΟΡΜΑΛΔΕΥΓΗ

... ΦΟΡΜΗ ... (3 elements)

ΑΦΟΡΜΗ · ΕΦΟΡΜΗΣΗ · ΣΤΡΟΦΟΡΜΗ

... ΦΟΡΜΙ ... (11 elements)

ΑΝΤΙΚΟΜΦΟΡΜΙΣΜΟΣ · ΑΝΤΙΚΟΜΦΟΡΜΙΣΤΗΣ · ΚΑΚΟΦΟΡΜΙΖΩ · ΚΑΚΟΦΟΡΜΙΣΜΑ · ΚΟΜΦΟΡΜΙΣΤΗΣ

... ΦΟΡΜΟ ... (3 elements)

ΦΟΡΜΟΖΟΣ · ΦΟΡΜΟΛΗ · ΦΟΡΜΟΥΛΑ