ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΑΡΡΕ ... (20 elements)

ΑΝΑΡΡΕΩ · ΑΡΡΕΝ · ΑΡΡΕΝΑΣ · ΑΡΡΕΝΩΠΟΣ · ΑΡΡΕΝΩΠΟΤΗΤΑ · ΔΙΑΡΡΕΩ · ΔΙΑΡΡΕΩΝ · ΠΑΡΡΕΠΟΜΕΝΑ · ΣΑΡΡΕΙ · ΣΑΡΡΕΥ

... ΤΑΡΡ ... (23 elements)

ΑΝΤΙΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ · ΕΔΑΦΟΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ · ΘΡΟΜΒΟΚΥΤΑΡΡΟ · ΚΑΤΑΡΡΕΕΙ · ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΩ · ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ · ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ · ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΗΣ · ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ · ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΣ

... ΑΤΑΡΡΕ ... (6 elements)

ΚΑΤΑΡΡΕΕΙ · ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΕΙ · ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ · ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΩ · ΚΑΤΑΡΡΕΩ

... ΤΑΡΡΕΥ ... (3 elements)

ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΕΙ · ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ · ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΩ

... ΤΑΡΡΕΩ ... (2 elements)

ΚΑΤΑΡΡΕΩ · ΚΑΤΑΡΡΕΩΝ