ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΣΤΡΕΦΟ ... (14 elements)el (14) : ΑΠΟΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ · ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΜΕΤΑΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΑ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ · ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΣΥΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΣΥΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ | |
ΕΞΩΣΤΡΕΦΕΙΑ · ΕΞΩΣΤΡΕΦΗΣ · ΕΣΩΣΤΡΕΦΗΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΤΑΙ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΕΤΑΙ · ΣΥΣΤΡΕΦΕΙ · ΣΥΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΣΥΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ · ΣΥΣΤΡΕΦΩ · ΣΥΣΤΡΕΦΩΝ ΑΠΟΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ · ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΜΕΤΑΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΑ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ · ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΣΥΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΣΥΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ | |
ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΜΕΤΑΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΕΦΟΜΑΙ ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΑ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΗ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ ΑΠΟΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΑΠΟΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ ΑΠΟΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ · ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΜΕΤΑΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΑ ΣΥΣΤΡΕΦΟΜΑΙ · ΣΥΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ |