ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΣΤΑΥΡΩ ... (12 elements)el (12) : ΑΔΙΑΣΤΑΥΡΩΤΟΣ · ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ · ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΝΩ · ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ · ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ · ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ · ΞΕΣΤΑΥΡΩΝΩ · ΣΤΑΥΡΩΝΩ · ΣΤΑΥΡΩΣΗ · ΣΤΑΥΡΩΤΟΣ | |
ΣΤΑΥΡΟ · ΣΤΑΥΡΟΔΕΝΩ · ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ · ΣΤΑΥΡΟΚΟΜΠΟΣ · ΣΤΑΥΡΟΚΟΠΙΕΜΑΙ · ΣΤΑΥΡΟΛΕΞΟ · ΣΤΑΥΡΟΝΗΜΑ · ΣΤΑΥΡΟΝΙΚΗΤΑ · ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ · ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΔΙΑΣΤΑΥΡΩΤΟΣ · ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΝΟΜΑΙ · ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΝΩ · ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ · ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ · ΞΑΝΑΣΤΑΥΡΩΝΕΤΑΙ · ΞΕΣΤΑΥΡΩΝΩ · ΣΤΑΥΡΩΝΩ · ΣΤΑΥΡΩΣΗ · ΣΤΑΥΡΩΤΟΣ | |
ΑΔΙΑΣΤΑΥΡΩΤΟΣ · ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ · ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΝΟΜΑΙ · ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΝΩ · ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ · ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ · ΞΕΣΤΑΥΡΩΝΩ ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ · ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ · ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΝΟΜΑΙ · ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΝΩ · ΞΑΝΑΣΤΑΥΡΩΝΕΤΑΙ · ΞΕΣΤΑΥΡΩΝΩ · ΣΤΑΥΡΩΝΩ ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ · ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΑΔΙΑΣΤΑΥΡΩΤΟΣ · ΣΤΑΥΡΩΤΟΣ |