ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙ ... (6 elements)el (6) : ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ | |
... ΣΤΑΘΕΡΟΠΟ ... (6 elements) ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ ... ΤΑΘΕΡΟΠΟΙ ... (6 elements) ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ | |
... ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ ... (1 element) ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ ... ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ ... (1 element) ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ ... ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ ... (1 element) ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ ... ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... (1 element) ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ... ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ ... (1 element) ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΟΥΜΑΙ ... ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ ... (1 element) ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩ |