ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΣΚΟΦ ... (4 elements)el (4) : ΔΙΣΚΟΦΡΕΝΟ · ΜΑΣΚΟΦΟΡΟΣ · ΟΥΡΑΝΙΣΚΟΦΩΝΟ · ΟΥΡΑΝΙΣΚΟΦΩΝΟΣ | |
ΒΑΜΒΑΚΟΦΑΝΕΛΛΑ · ΚΑΚΟΦΑΝΙΣΜΕΝΟΣ · ΚΟΦΑ · ΣΑΡΚΟΦΑΓΑ · ΣΑΡΚΟΦΑΓΟ · ΣΑΡΚΟΦΑΓΟΣ · ΣΑΡΚΟΦΑΓΩΝ · ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ · ΣΥΚΟΦΑΝΤΩ · ΣΩΒΡΑΚΟΦΑΝΕΛΑ ΑΝΤΙΣΚΟΙΝΟ · ΔΙΣΚΟΘΗΚΗ · ΔΥΣΚΟΙΛΙΟΣ · ΔΥΣΚΟΙΛΙΟΤΗΤΑ · ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙ · ΜΠΟΥΓΑΔΟΣΚΟΙΝΟ · ΣΚΟΙΝΑΚΙ · ΣΚΟΙΝΟΠΟΥΛΙ · ΣΥΡΜΑΤΟΣΚΟΙΝΟ · ΦΟΥΣΚΟΘΑΛΑΣΣΙΑ | |
ΜΑΣΚΟΦΟΡΟΣ ΔΙΣΚΟΦΡΕΝΟ · ΟΥΡΑΝΙΣΚΟΦΩΝΟ · ΟΥΡΑΝΙΣΚΟΦΩΝΟΣ ΜΑΣΚΟΦΟΡΟΣ ΔΙΣΚΟΦΡΕΝΟ ΟΥΡΑΝΙΣΚΟΦΩΝΟ · ΟΥΡΑΝΙΣΚΟΦΩΝΟΣ |