ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΣΘΕΝ ... (53 elements)el (53) : ΑΠΟΣΧΙΣΘΕΝΤΩΝ · ΑΣΘΕΝΟΣΦΑΙΡΑ · ΑΣΘΕΝΟΥΣ · ΑΣΘΕΝΟΦΟΡΟ · ΑΣΘΕΝΩΝ · ΑΤΜΟΣΘΕΝΤΟΣ · ΕΞΑΦΑΝΙΣΘΕΝΤΕΣ · ΛΕΩΣΘΕΝΗΣ · ΣΘΕΝΟΣ · ΦΙΛΑΣΘΕΝΟΣ | |
ΑΣΘΕΝΟΣΦΑΙΡΑ · ΚΑΘΕΝΟΣ · ΠΑΡΘΕΝΟ · ΠΑΡΘΕΝΟΓΕΝΕΣΗ · ΠΑΡΘΕΝΟΙ · ΠΑΡΘΕΝΟΠΗ · ΠΑΡΘΕΝΟΣ · ΠΑΡΘΕΝΟΥ · ΣΘΕΝΟΣ · ΦΙΛΑΣΘΕΝΟΣ ΑΠΟΣΧΙΣΘΕΙΣ · ΑΠΟΣΧΙΣΘΕΙΣΑ · ΑΤΜΟΣΘΕΝΤΟΣ · ΒΡΕΣΘΕΝΑ · ΒΡΕΣΘΕΝΗΣ · ΔΥΣΘΕΙΣΜΟΣ · ΕΜΠΟΔΙΣΘΕΙ · ΕΜΠΡΟΣΘΕΛΑ · ΕΡΓΑΣΘΕΙ · ΠΕΡΙΟΡΙΣΘΕΙ | |
ΑΣΘΕΝΗΣ · ΑΣΘΕΝΙΚΟΣ · ΑΣΘΕΝΙΚΟΤΗΤΑ · ΑΣΘΕΝΩ · ΑΣΘΕΝΩΝ ΒΡΕΣΘΕΝΑ · ΒΡΕΣΘΕΝΗΣ ΑΠΟΣΧΙΣΘΕΝΤΩΝ · ΔΙΣΘΕΝΗΣ · ΕΞΑΦΑΝΙΣΘΕΝΤΕΣ · ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ · ΜΕΤΟΠΙΣΘΕΝ ΑΤΜΟΣΘΕΝΤΟΣ · ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ · ΕΜΠΡΟΣΘΕΝ · ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΗΣ · ΙΣΟΣΘΕΝΗΣ ΒΡΕΣΘΕΝΑ · ΣΘΕΝΑΡΑ · ΣΘΕΝΑΡΟΣ · ΣΘΕΝΑΡΟΤΗΤΑ ΑΣΘΕΝΕΙΑ · ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ · ΑΣΘΕΝΕΙΣ · ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ · ΑΣΘΕΝΕΣ ΑΓΑΣΘΕΝΗΣ · ΑΣΘΕΝΗΣ · ΔΙΣΘΕΝΗΣ · ΕΞΑΣΘΕΝΗΣΗ · ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ ΑΣΘΕΝΙΚΟΣ · ΑΣΘΕΝΙΚΟΤΗΤΑ · ΒΟΡΥΣΘΕΝΙΤΗΣ · ΕΞΑΣΘΕΝΙΖΩ · ΕΞΑΣΘΕΝΙΣΗ ΑΣΘΕΝΟΣΦΑΙΡΑ · ΑΣΘΕΝΟΥΣ · ΑΣΘΕΝΟΦΟΡΟ · ΣΘΕΝΟΣ · ΦΙΛΑΣΘΕΝΟΣ ΑΠΟΣΧΙΣΘΕΝΤΩΝ · ΑΤΜΟΣΘΕΝΤΟΣ · ΕΞΑΦΑΝΙΣΘΕΝΤΕΣ ΑΣΘΕΝΩ · ΑΣΘΕΝΩΝ · ΑΣΘΕΝΩΣ · ΕΞΑΣΘΕΝΩ ΒΟΡΥΣΘΕΝΙΤΗΣ · ΜΟΥΣΘΕΝΗ · ΠΟΛΥΣΘΕΝΗΣ ΛΕΩΣΘΕΝΗΣ |