ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΣΑΡΜ ... (25 elements)el (25) : ΑΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΗ · ΑΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟ · ΑΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟΣ · ΔΥΣΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟΣ · ΕΥΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟΣ · ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΙΜΟ · ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟΣ · ΣΑΡΜΑΔΑΚΙΑ · ΣΑΡΜΑΣ | |
ΑΓΑΡΜΠΑ · ΑΓΑΡΜΠΟΣ · ΑΓΑΡΜΠΟΣΥΝΗ · ΑΡΜ · ΑΡΜEΝΙA · ΓΑΡΜΠΗ · ΓΑΡΜΠΙΛΙ · ΕΞΑΡΜΑ · ΕΠΙΧΑΡΜΟΣ · ΧΑΡΜΟΣΥΝΟΣ ΚΑΤΣΑΡΩΜΑ · ΚΑΤΣΑΡΩΝΩ · ΟΡΤΣΑΡΩ · ΣΠΑΤΣΑΡΩ · ΣΤΡΑΠΑΤΣΑΡΩ · ΣΦΙΧΤΟΚΑΤΣΑΡΩΝΩ · ΤΣΑΡΤΣΑΡΗΣ · ΦΑΛΤΣΑΡΩ · ΦΟΡΤΣΑΡΙΣΜΑ · ΦΟΡΤΣΑΡΩ | |
ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ · ΔΥΣΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟΣ · ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ · ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΖΟΜΑΙ · ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΑΣ ΣΑΡΜΑΔΑΚΙΑ · ΣΑΡΜΑΣ ΑΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΗ · ΑΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟ · ΑΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟΣ · ΔΥΣΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟΣ · ΕΥΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟΣ ΣΑΡΜΠΕΛ ΔΥΣΑΡΜΟΝΙΑ · ΔΥΣΑΡΜΟΝΙΚΟΣ · ΦΥΣΑΡΜΟΝΙΚΑ |