ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΣΑΡΚΩ ... (8 elements)el (8) : ΕΝΣΑΡΚΩΜΕΝΟΣ · ΕΝΣΑΡΚΩΝΩ · ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ · ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΜΕΝΟΣ · ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ · ΣΑΡΚΩΔΕΣ · ΣΑΡΚΩΔΗΣ · ΣΑΡΚΩΜΑ | |
ΑΡΚΩ · ΕΝΣΑΡΚΩΝΩ · ΝΑΡΚΩΜΕΝΟΣ · ΝΑΡΚΩΝΩ · ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ · ΝΑΡΚΩΤΙΚΕΣ · ΝΑΡΚΩΤΙΚΗ · ΝΑΡΚΩΤΙΚΟ · ΝΑΡΚΩΤΙΚΟΣ · ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΣΑΡΚΑ · ΣΑΡΚΑΖΩ · ΣΑΡΚΑΣΜΟΣ · ΣΑΡΚΑΣΤΗΣ · ΣΑΡΚΑΣΤΙΚΑ · ΣΑΡΚΑΣΤΙΚΟΣ · ΣΑΡΚΑΣΤΙΚΩΣ · ΣΑΡΚΟΒΟΡΟ · ΣΑΡΚΟΒΟΡΟΥ · ΤΣΑΡΚΑ | |
ΕΝΣΑΡΚΩΜΕΝΟΣ · ΕΝΣΑΡΚΩΝΩ · ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ · ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΜΕΝΟΣ · ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΣΑΡΚΩΔΕΣ · ΣΑΡΚΩΔΗΣ ΕΝΣΑΡΚΩΜΕΝΟΣ · ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΜΕΝΟΣ · ΣΑΡΚΩΜΑ ΕΝΣΑΡΚΩΝΩ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ · ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ |