ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΠΛΗΡΩ ... (57 elements)el (57) : ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΙΜΟΣ · ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΣ · ΕΚΠΛΗΡΩΝΩ · ΕΚΠΛΗΡΩΣΗ · ΕΚΠΛΗΡΩΣΗΣ · ΠΛΗΡΩ · ΥΠΕΡΠΛΗΡΩ · ΥΠΕΡΠΛΗΡΩΝΩ · ΥΠΕΡΠΛΗΡΩΣΗ | |
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ · ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΣ · ΑΠΛΗΡΩΤΗ · ΑΠΛΗΡΩΤΟΣ · ΑΡΤΗΡΙΟΣΚΛΗΡΩΤΙΚΟΣ · ΑΣΥΜΠΛΗΡΩΤΟΣ · ΚΑΚΟΠΛΗΡΩΤΗΣ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΑ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟΣ · ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΣ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΝ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΝΩ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΙΜΟΣ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ · ΠΛΗΡΗ · ΠΛΗΡΗΣ · ΥΠΕΡΠΛΗΡΗΣ | |
ΑΝΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΣ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΝ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΝΩ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗ ΞΕΠΛΗΡΩΝΩ ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΣ · ΕΚΠΛΗΡΩΝΩ · ΕΚΠΛΗΡΩΣΗ · ΕΚΠΛΗΡΩΣΗΣ ΑΣΥΜΠΛΗΡΩΤΟΣ · ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ · ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ · ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟ · ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΑΚΡΙΒΟΠΛΗΡΩΝΩ · ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΕΝΟΣ · ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗ · ΑΠΟΠΛΗΡΩΝΩ · ΑΠΟΠΛΗΡΩΤΕΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΣ · ΠΛΗΡΩΜΑ · ΠΛΗΡΩΜΑΤΟΣ · ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΑΚΡΙΒΟΠΛΗΡΩΝΩ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΝΩ · ΑΠΟΠΛΗΡΩΝΩ · ΕΚΠΛΗΡΩΝΩ · ΚΑΚΟΠΛΗΡΩΝΩ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗ · ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΙΜΟΣ · ΕΚΠΛΗΡΩΣΗ · ΕΚΠΛΗΡΩΣΗΣ · ΠΛΗΡΩΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ · ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΣ · ΑΠΛΗΡΩΤΗ · ΑΠΛΗΡΩΤΟΣ · ΑΠΟΠΛΗΡΩΤΕΟ ΥΠΕΡΠΛΗΡΩ · ΥΠΕΡΠΛΗΡΩΝΩ · ΥΠΕΡΠΛΗΡΩΣΗ |