ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΠΑΣΜ ... (32 elements)el (32) : ΑΝΤΙΠΕΡΙΣΠΑΣΜΟΣ · ΑΣΠΑΣΜΟΣ · ΚΑΛΠΑΣΜΟΣ · ΚΟΛΕΟΣΠΑΣΜΟΣ · ΚΟΜΠΑΣΜΟΣ · ΛΙΠΑΣΜΑ · ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ · ΞΙΠΑΣΜΕΝΟΣ · ΠΕΡΙΣΠΑΣΜΟΣ · ΣΠΑΣΜΟΣ | |
ΔΙΧΑΣΜΟΣ · ΚΑΓΧΑΣΜΟΣ · ΚΑΘΗΣΥΧΑΣΜΕΝΟΣ · ΚΑΘΗΣΥΧΑΣΜΟΣ · ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ · ΤΡΟΧΑΣΜΟΣ · ΧΑΣΜΑ · ΧΑΣΜΟΥΡΗΤΟ · ΧΑΣΜΟΥΡΙΕΜΑΙ · ΧΑΣΜΠΑΝΤΣ ΑΠΟΣΠΑΣΗ · ΔΙΑΣΠΑΣΗ · ΔΙΑΣΠΑΣΗΣ · ΠΑΠΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ · ΠΑΣ · ΠΑΣΗ · ΠΑΣΗΣ · ΠΑΣΙΕΝΤΖΑ · ΠΑΣΙΕΝΤΣΑ · ΣΥΣΠΑΣΗ | |
ΚΛΙΝΟΣΚΕΠΑΣΜΑ · ΚΛΙΝΟΣΚΕΠΑΣΜΑΤΑ · ΣΚΕΠΑΣΜΑ · ΣΚΕΠΑΣΜΕΝΟΣ ΛΙΠΑΣΜΑ · ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ · ΞΙΠΑΣΜΕΝΟΣ ΚΑΛΠΑΣΜΟΣ ΚΟΜΠΑΣΜΟΣ · ΜΠΑΣΜΑΣ · ΜΠΑΣΜΕΝΟΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΚΛΙΝΟΣΚΕΠΑΣΜΑ · ΚΛΙΝΟΣΚΕΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΕΝΟ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΕΝΟΣ · ΔΙΑΣΠΑΣΜΕΝΟΣ · ΜΠΑΣΜΕΝΟΣ · ΞΙΠΑΣΜΕΝΟΣ ΑΝΤΙΠΕΡΙΣΠΑΣΜΟΣ · ΑΣΠΑΣΜΟΣ · ΚΑΛΠΑΣΜΟΣ · ΚΟΛΕΟΣΠΑΣΜΟΣ · ΚΟΜΠΑΣΜΟΣ ΣΠΑΣΜΩΔΙΚΑ · ΣΠΑΣΜΩΔΙΚΟΣ · ΣΠΑΣΜΩΔΙΚΟΤΗΣ · ΣΠΑΣΜΩΔΙΚΟΤΗΤΑ · ΣΠΑΣΜΩΔΙΚΩΣ ΑΝΤΙΠΕΡΙΣΠΑΣΜΟΣ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ |