ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΟΣΤΡΟΓ ... (2 elements)

... ΟΣΤΡΟ ... (18 elements)

ΑΕΡΙΟΣΤΡΟΒΙΛΟΣ · ΑΡΓΟΣΤΡΟΦΟΣ · ΔΕΞΙΟΣΤΡΟΦΑ · ΔΕΞΙΟΣΤΡΟΦΗ · ΔΕΞΙΟΣΤΡΟΦΟΣ · ΚΑΛΙΟΣΤΡΟ · ΛΟΣΤΡΟΜΟΣ · ΟΙΑΚΟΣΤΡΟΦΙΟ · ΟΛΟΣΤΡΟΓΓΥΛΟΣ · ΟΣΤΡΟΓΚΟΡΣΚΙ

... ΣΤΡΟΓ ... (16 elements)

ΟΙΣΤΡΟΓΟΝΟ · ΟΛΟΣΤΡΟΓΓΥΛΟΣ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΕΜΕΝΟ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΕΥΩ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΚΑΘΟΜΑΙ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΜΟΡΦΟΣ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΣ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΤΗΣ · ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΤΗΤΑ

... ΛΟΣΤΡΟΓ ... (1 element)

ΟΛΟΣΤΡΟΓΓΥΛΟΣ

... ΟΣΤΡΟΓΓ ... (1 element)

ΟΛΟΣΤΡΟΓΓΥΛΟΣ

... ΟΣΤΡΟΓΚ ... (1 element)

ΟΣΤΡΟΓΚΟΡΣΚΙ