ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΟΣΠΑΣΜ ... (7 elements)el (7) : ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΕΝΟ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΕΝΟΣ · ΚΟΛΕΟΣΠΑΣΜΟΣ | |
ΑΝΑΠΟΣΠΑΣΤΟΣ · ΑΠΕΡΓΟΣΠΑΣΤΕΣ · ΑΠΕΡΓΟΣΠΑΣΤΗΣ · ΝΕΥΡΟΣΠΑΣΤΟ · ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ · ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΑ · ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ · ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟ · ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΣ · ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΣΜΟΣ ΑΝΤΙΠΕΡΙΣΠΑΣΜΟΣ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΑΣΠΑΣΜΟΣ · ΚΟΛΕΟΣΠΑΣΜΟΣ · ΞΕΣΠΑΣΜΑ · ΠΕΡΙΣΠΑΣΜΟΣ · ΣΠΑΣΜΟΣ | |
ΚΟΛΕΟΣΠΑΣΜΟΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΕΝΟ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΕΝΟΣ ΚΟΛΕΟΣΠΑΣΜΟΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΑΠΟΣΠΑΣΜΕΝΟ |