ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΟΡΜΙ ... (16 elements)el (16) : ΑΝΤΙΚΟΜΦΟΡΜΙΣΤΗΣ · ΚΑΚΟΦΟΡΜΙΖΩ · ΚΟΜΦΟΡΜΙΣΤΗΣ · ΚΟΝΦΟΡΜΙΣΜΟΣ · ΚΟΡΜΙ · ΟΡΜΙΣΔΑ · ΟΡΜΙΣΔΑΣ · ΦΟΡΜΙΟ · ΧΛΩΡΟΦΟΡΜΙΖΩ · ΧΛΩΡΟΦΟΡΜΙΟ | |
ΕΞΟΡΜΗΣΗ · ΕΞΟΡΜΩ · ΕΦΟΡΜΩ · ΖΟΡΜΠΑΣ · ΜΟΡΜΟΝ · ΜΟΡΜΟΝΟΙ · ΜΟΡΜΟΝΟΣ · ΟΡΜΩ · ΣΤΟΡΜΠΑΙΛΤ · ΦΟΡΜΠΣ ΓΕΡΜΙΔΗΣ · ΕΠΙΔΕΡΜΙΚΟ · ΕΠΙΔΕΡΜΙΚΟΣ · ΕΠΙΔΕΡΜΙΚΟΤΗΤΑ · ΝΤΕΤΕΡΜΙΝΙΣΜΟΣ · ΣΥΝΕΙΡΜΙΚΗΣ · ΣΥΝΕΙΡΜΙΚΟΣ · ΤΕΡΜΙΤΕΣ · ΤΕΡΜΙΤΗΣ · ΥΠΟΔΕΡΜΙΚΗ | |
ΟΡΜΙΔΟΒΟΛΟΣ ΚΑΚΟΦΟΡΜΙΖΩ · ΧΛΩΡΟΦΟΡΜΙΖΩ ΦΟΡΜΙΟ · ΧΛΩΡΟΦΟΡΜΙΟ ΑΝΤΙΚΟΜΦΟΡΜΙΣΜΟΣ · ΑΝΤΙΚΟΜΦΟΡΜΙΣΤΗΣ · ΚΑΚΟΦΟΡΜΙΣΜΑ · ΚΟΜΦΟΡΜΙΣΜΟΣ · ΚΟΜΦΟΡΜΙΣΤΗΣ ΑΝΤΙΚΟΜΦΟΡΜΙΣΜΟΣ · ΑΝΤΙΚΟΜΦΟΡΜΙΣΤΗΣ · ΚΑΚΟΦΟΡΜΙΖΩ · ΚΑΚΟΦΟΡΜΙΣΜΑ · ΚΟΜΦΟΡΜΙΣΤΗΣ |