ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΟΠΟΠΟΙ ... (5 elements)

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΙΜΟΣ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΩ

... ΠΟΠΟΙΗ ... (10 elements)

ΑΠΟΠΟΙΗΣΗ · ΠΡΟΣΩΠΟΠΟΙΗΣΗ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΙΜΟΣ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟ · ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ · ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ · ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ

... ΟΠΟΠΟΙΗΜ ... (1 element)

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ

... ΟΠΟΠΟΙΗΣ ... (2 elements)

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΙΜΟΣ

... ΟΠΟΠΟΙΗΤ ... (1 element)

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ

... ΡΟΠΟΠΟΙΗ ... (4 elements)

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΙΜΟΣ · ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ