ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΟΜΙΜ ... (13 elements)el (13) : ΑΠΟΜΙΜΗΤΗΣ · ΝΟΜΙΜΑ · ΝΟΜΙΜΗ · ΝΟΜΙΜΟ · ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ · ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΩ · ΝΟΜΙΜΟΣ · ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑ · ΝΟΜΙΜΟΦΡΟΝΑΣ · ΝΟΜΙΜΟΦΡΟΣΥΝΗ | |
ΜΙΜΝΕΡΜΟΣ · ΝΟΜΙΜΑ · ΝΟΜΙΜΗ · ΝΟΜΙΜΟ · ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ · ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΩ · ΝΟΜΙΜΟΣ · ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑ · ΝΟΜΙΜΟΦΡΟΝΑΣ · ΝΟΜΙΜΟΦΡΟΣΥΝΗ ΑΙΘΑΛΟΜΙΧΛΗ · ΒΑΡΘΟΛΟΜΙΟ · ΒΑΡΘΟΛΟΜΙΟΥ · ΔΙΑΤΟΜΙΚΩΣ · ΔΟΛΟΜΙΤΙΚΕΣ · ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΩΝ · ΤΟΜΙ · ΦΩΤΟΜΙΚΡΟΓΡΑΦΙΑ · ΧΑΜΗΛΟΜΙΣΘΟΙ · ΧΛΟΜΙΑΖΩ | |
ΝΟΜΙΜΑ · ΝΟΜΙΜΗ · ΝΟΜΙΜΟ · ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ · ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΩ ΝΟΜΙΜΑ · ΠΑΝΤΟΜΙΜΑ ΑΠΟΜΙΜΗΣΗ · ΑΠΟΜΙΜΗΤΗΣ · ΝΟΜΙΜΗ ΑΠΟΜΙΜΟΥΜΑΙ · ΝΟΜΙΜΟ · ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ · ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΩ · ΝΟΜΙΜΟΣ ΑΠΟΜΙΜΗΣΗ · ΑΠΟΜΙΜΗΤΗΣ · ΑΠΟΜΙΜΟΥΜΑΙ ΠΑΝΤΟΜΙΜΑ |