ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΟΛΙΕΥ ... (2 elements)

... ΛΙΕΥ ... (14 elements)

ΑΛΙΕΥΣ · ΑΛΙΕΥΤΙΚΕΣ · ΑΛΙΕΥΤΙΚΗ · ΑΛΙΕΥΤΙΚΟ · ΑΛΙΕΥΤΙΚΟΙ · ΑΛΙΕΥΤΙΚΟΣ · ΑΛΙΕΥΤΙΚΩΝ · ΚΑΤΑΔΟΛΙΕΥΣΗ · ΝΑΡΚΑΛΙΕΥΤΙΚΟ · ΣΠΟΓΓΑΛΙΕΥΤΙΚΟ

... ΟΛΙΕ ... (10 elements)

ΑΜΦΙΒΟΛΙΕΣ · ΓΟΝΔΟΛΙΕΡΗΣ · ΔΙΑΟΛΙΕΣ · ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ · ΕΥΚΟΛΙΕΣ · ΖΑΒΟΛΙΕΣ · ΚΑΤΑΔΟΛΙΕΥΣΗ · ΚΑΤΑΔΟΛΙΕΥΩ · ΚΟΛΙΕ · ΜΟΛΙΕΡΟΣ

... ΔΟΛΙΕΥ ... (2 elements)

ΚΑΤΑΔΟΛΙΕΥΣΗ · ΚΑΤΑΔΟΛΙΕΥΩ

... ΟΛΙΕΥΣ ... (1 element)

ΚΑΤΑΔΟΛΙΕΥΣΗ

... ΟΛΙΕΥΩ ... (1 element)

ΚΑΤΑΔΟΛΙΕΥΩ