ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΟΚΟΠΤ ... (6 elements)el (6) : ΑΠΟΚΟΠΤΩ · ΑΡΜΟΚΟΠΤΗΣ · ΝΥΧΟΚΟΠΤΗΣ · ΞΥΛΟΚΟΠΤΙΚΗ · ΤΥΡΟΚΟΠΤΗΣ · ΧΑΡΤΟΚΟΠΤΗΣ | |
ΕΛΙΚΟΠΤΕΡΟ · ΕΛΙΚΟΠΤΕΡΟΦΟΡΟ · ΚΟΠΤΙΚΗ · ΚΟΠΤΙΚΟ · ΚΟΠΤΙΚΟΣ · ΞΥΛΟΚΟΠΤΙΚΗ · ΠΕΡΙΚΟΠΤΩ · ΠΕΡΙΚΟΠΤΩΝ · ΦΟΙΝΙΚΟΠΤΕΡΑ · ΦΟΙΝΙΚΟΠΤΕΡΟΣ ΒΩΛΟΚΟΠΙΟ · ΓΛΕΝΤΟΚΟΠΙ · ΜΕΘΟΚΟΠΑΩ · ΝΕΥΡΟΚΟΠΙ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΚΟΠΙΑ · ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ · ΣΤΑΥΡΟΚΟΠΙΕΜΑΙ · ΦΑΝΤΑΣΙΟΚΟΠΙΑ · ΧΟΝΤΡΟΚΟΠΙΑ · ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ | |
ΞΥΛΟΚΟΠΤΙΚΗ ΑΡΜΟΚΟΠΤΗΣ ΑΡΜΟΚΟΠΤΗΣ · ΝΥΧΟΚΟΠΤΗΣ · ΤΥΡΟΚΟΠΤΗΣ · ΧΑΡΤΟΚΟΠΤΗΣ ΞΥΛΟΚΟΠΤΙΚΗ ΑΠΟΚΟΠΤΩ ΑΠΟΚΟΠΤΩ ΤΥΡΟΚΟΠΤΗΣ ΧΑΡΤΟΚΟΠΤΗΣ ΝΥΧΟΚΟΠΤΗΣ |