ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΟΓΟΚ ... (11 elements)el (11) : ΑΛΟΓΟΚΡΙΤΟΣ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΗ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΙΑ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΙΚΟΣ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΟΣ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΩ · ΛΟΓΟΚΡΙΝΟΜΑΙ · ΛΟΓΟΚΡΙΝΩ · ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ · ΛΟΓΟΚΡΙΤΗΣ | |
ΑΛΟΓΟΚΡΙΤΟΣ · ΛΑΓΟΚΟΙΜΑΜΑΙ · ΛΟΓΟΚΡΙΝΟΜΑΙ · ΛΟΓΟΚΡΙΝΩ · ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ · ΛΟΓΟΚΡΙΤΗΣ · ΜΥΓΟΚΑΘΙΣΜΕΝΟΣ · ΠΑΓΟΚΑΛΥΒΑ · ΠΑΓΟΚΟΦΤΗΣ · ΣΙΓΟΚΑΙΩ ΝΟΣΟΓΟΝΟΣ · ΠΡΟΓΟΜΦΙΟΣ · ΠΡΟΓΟΝΗ · ΠΡΟΓΟΝΙΚΟΣ · ΠΡΟΓΟΝΟΙ · ΠΡΟΓΟΝΟΛΑΤΡΙΑ · ΠΡΟΓΟΝΟΣ · ΠΡΟΓΟΥΛΙ · ΤΖΟΓΟΣ · ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΕΣ | |
ΑΛΟΓΟΚΡΙΤΟΣ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΗ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΙΑ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΙΚΟΣ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΟΣ ΛΟΓΟΚΛΟΠΗ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΙΑ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΙΚΟΣ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΟΣ · ΛΟΓΟΚΛΟΠΩ ΛΟΓΟΚΟΠΟΣ ΑΛΟΓΟΚΡΙΤΟΣ · ΛΟΓΟΚΡΙΝΟΜΑΙ · ΛΟΓΟΚΡΙΝΩ · ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ · ΛΟΓΟΚΡΙΤΗΣ |