ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΟΑΝΑΛ ... (2 elements)

... ΑΝΑΛ ... (115 elements)

ΑΝΕΠΑΝΑΛΗΠΤΟΣ · ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ · ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΑΙ · ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΗ · ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟ · ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΣ · ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ · ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ · ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟΣ · ΠΑΝΑΛΑΦΡΟΣ

... ΟΑΝΑ ... (30 elements)

ΑΥΤΟΑΝΑΦΛΕΞΗ · ΒΙΟΑΝΑΔΡΑΣΗ · ΚΑΚΟΑΝΑΘΡΕΜΜΕΝΟΣ · ΚΑΚΟΑΝΑΤΡΕΦΩ · ΟΙΚΟΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ · ΠΡΟΑΝΑΓΓΕΛΛΩ · ΠΡΟΑΝΑΚΡΟΥΣΜΑ · ΠΡΟΑΝΑΦΕΡΘΕΙΣ · ΠΡΟΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΟΣ · ΨΥΧΟΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ

... ΟΑΝΑΛΥ ... (2 elements)

ΟΥΡΟΑΝΑΛΥΣΗ · ΨΥΧΟΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ

... ΡΟΑΝΑΛ ... (1 element)

ΟΥΡΟΑΝΑΛΥΣΗ

... ΧΟΑΝΑΛ ... (1 element)

ΨΥΧΟΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ