ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΝΟΣΗ ... (18 elements)el (18) : ΕΘΝΟΣΗΜΟ · ΕΘΝΟΣΗΜΩΝ · ΜΟΝΟΣΗΜΑΝΤΟΣ · ΜΟΝΟΣΗΜΟΣ · ΝΟΣΗΛΕΙΟ · ΝΟΣΗΜΑ · ΝΟΣΗΜΑΤΑ · ΝΟΣΗΡΟΣ · ΝΟΣΗΡΟΤΗΤΑ · ΠΡΟΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΟΣ | |
ΕΙΚΟΝΟΣΤΑΣΙ · ΕΙΚΟΝΟΣΤΑΣΙΟ · ΚΩΔΩΝΟΣΤΑΣΙΟ · ΚΩΔΩΝΟΣΤΑΣΙΩΝ · ΝΟΣΤΑΛΓΕΙ · ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ · ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΑ · ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΟΣ · ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΩΣ · ΝΟΣΤΑΛΓΩ ΓΡΑΜΜΑΤΟΣΗΜΑ · ΓΡΑΜΜΑΤΟΣΗΜΟ · ΓΡΑΜΜΑΤΟΣΗΜΩΝ · ΟΣΗ · ΤΑΥΤΟΣΗΜΙΑ · ΤΑΥΤΟΣΗΜΟΣ · ΤΟΣΗ · ΥΔΑΤΟΣΗΜΟ · ΧΑΡΤΟΣΗΜΟ · ΧΑΡΤΟΣΗΜΟΥ | |
ΕΘΝΟΣΗΜΟ · ΕΘΝΟΣΗΜΩΝ ΝΟΣΗΛΕΙΑ · ΝΟΣΗΛΕΙΟ · ΝΟΣΗΛΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΝΟΣΗΛΕΥΤΗΣ · ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΕΘΝΟΣΗΜΟ · ΕΘΝΟΣΗΜΩΝ · ΜΟΝΟΣΗΜΑΝΤΟΣ · ΜΟΝΟΣΗΜΟΣ · ΝΟΣΗΜΑ ΝΟΣΗΡΟΣ · ΝΟΣΗΡΟΤΗΤΑ ΜΟΝΟΣΗΜΑΝΤΟΣ · ΜΟΝΟΣΗΜΟΣ · ΠΡΟΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΟΣ |