ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΝΗΜΕΡ ... (14 elements)el (14) : ΑΝΕΝΗΜΕΡΩΤΟΣ · ΕΝΗΜΕΡΗ · ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ · ΕΝΗΜΕΡΩΝΟΜΑΙ · ΕΝΗΜΕΡΩΝΩ · ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΩΣ · ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ · ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ · ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ · ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ | |
ΕΝΗΜΕΡΩΝΟΜΑΙ · ΕΝΗΜΕΡΩΝΩ · ΕΞΗΜΕΡΩΜΕΝΟ · ΕΞΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ · ΕΞΗΜΕΡΩΝΩ · ΕΞΗΜΕΡΩΣΗ · ΕΞΗΜΕΡΩΣΙΜΟΣ · ΕΥΗΜΕΡΩΝ · ΞΗΜΕΡΩΜΑ · ΞΗΜΕΡΩΝΩ ΑΝΑΓΕΝΝΗΜΕΝΟΣ · ΑΝΑΓΕΝΝΗΜΕΝΩΝ · ΑΡΧΟΝΤΟΓΕΝΝΗΜΕΝΟΣ · ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΣ · ΕΝΗΜΕΡΗ · ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΩΣ · ΕΞΑΣΘΕΝΗΜΕΝΟΣ · ΚΑΛΟΞΥΠΝΗΜΕΝΟΣ · ΞΑΝΑΓΕΝΝΗΜΕΝΟΣ · ΣΥΝΝΗΜΕΝΟ | |
ΑΝΗΜΕΡΟΣ ΑΝΕΝΗΜΕΡΩΤΟΣ · ΕΝΗΜΕΡΗ · ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ · ΕΝΗΜΕΡΩΝΟΜΑΙ · ΕΝΗΜΕΡΩΝΩ ΕΝΗΜΕΡΗ ΑΝΗΜΕΡΟΣ · ΕΝΗΜΕΡΟ · ΕΝΗΜΕΡΟΣ · ΕΝΗΜΕΡΟΤΗΤΑ ΑΝΕΝΗΜΕΡΩΤΟΣ · ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ · ΕΝΗΜΕΡΩΝΟΜΑΙ · ΕΝΗΜΕΡΩΝΩ · ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΩΣ |