ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΝΑΣΥ ... (26 elements)el (26) : ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ · ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΩ · ΑΝΑΣΥΡΟΜΑΙ · ΑΝΑΣΥΡΟΜΕΝΟ · ΑΝΑΣΥΡΟΜΕΝΟΣ · ΑΝΑΣΥΡΣΗ · ΑΝΑΣΥΡΩ · ΑΝΑΣΥΣΤΑΜΕΝΟ · ΕΠΑΝΑΣΥΣΤΑΘΕΙΣΑ · ΞΑΝΑΣΥΓΚΕΝΤΡΩΝΟΜΑΙ | |
ΑΝΑΣΥΣΤΑΜΕΝΟ · ΑΣΥΣΤΑΤΟΣ · ΑΣΥΣΤΗΜΑΤΟΠΟΙΗΤΟΣ · ΑΣΥΧΝΑΣΤΟΣ · ΔΑΣΥΣ · ΔΑΣΥΤΡΙΧΟΣ · ΕΠΑΝΑΣΥΣΤΑΘΕΙΣΑ · ΘΡΑΣΥΣ · ΘΡΑΣΥΤΑΤΟΣ · ΘΡΑΣΥΤΗΤΑ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ · ΑΝΑΣΠΩ · ΒΟΝΑΣΟΣ · ΝΑΣ · ΝΑΣΟΣ · ΣΥΝΑΣΠΙΖΟΜΑΙ · ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΕΝΟΣ · ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ · ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ · ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΩΝ | |
ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ · ΑΝΑΣΥΡΟΜΑΙ · ΑΝΑΣΥΡΟΜΕΝΟ · ΑΝΑΣΥΡΟΜΕΝΟΣ · ΑΝΑΣΥΡΣΗ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ · ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΩ · ΞΑΝΑΣΥΓΚΕΝΤΡΩΝΟΜΑΙ ΞΑΝΑΣΥΖΗΤΩ ΕΠΑΝΑΣΥΛΛΑΜΒΑΝΩ · ΞΑΝΑΣΥΛΛΑΜΒΑΝΩ ΞΑΝΑΣΥΜΒΑΙΝΩ ΑΝΑΣΥΝΔΕΣΗ · ΑΝΑΣΥΝΔΕΩ · ΑΝΑΣΥΝΔΥΑΣΜΕΝΟ · ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ · ΑΝΑΣΥΝΤΑΣΣΟ ΑΝΑΣΥΡΟΜΑΙ · ΑΝΑΣΥΡΟΜΕΝΟ · ΑΝΑΣΥΡΟΜΕΝΟΣ · ΑΝΑΣΥΡΣΗ · ΑΝΑΣΥΡΩ ΑΝΑΣΥΣΤΑΜΕΝΟ · ΕΠΑΝΑΣΥΣΤΑΘΕΙΣΑ |