ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΜΑΤΩΜΕ ... (8 elements)el (8) : ΑΠΟΤΕΛΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΑΡΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΗ · ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΠΕΙΣΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΤΕΛΜΑΤΩΜΕΝΟΣ | |
ΑΝΑΚΑΤΩΜΕΝΑ · ΑΝΑΣΤΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΑΡΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΑΦΥΔΑΤΩΜΕΝΟ · ΕΜΠΕΡΙΣΤΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΞΕΠΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΠΕΙΣΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΤΕΛΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΑΙΜΑΤΩΜΑ · ΑΠΟΤΕΛΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΑΡΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΗ · ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΠΕΙΣΜΑΤΩΜΑ · ΠΕΙΣΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΣΥΣΣΩΜΑΤΩΜΑ · ΤΕΛΜΑΤΩΜΕΝΟΣ | |
ΚΑΤΑΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΑΠΟΤΕΛΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΤΕΛΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΑΠΟΤΕΛΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΑΡΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΗ · ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΑΡΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΠΕΙΣΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΗ · ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΟΣ |