ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΛΟΦΟΡ ... (26 elements)el (26) : ΑΥΤΟΤΙΤΛΟΦΟΡΟΥΜΕΝΟΣ · ΚΟΝΤΥΛΟΦΟΡΟΣ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝΤΩΝ · ΛΟΦΟΡΝΤ · ΜΕΤΑΛΛΟΦΟΡΟΝ · ΟΜΦΑΛΟΦΟΡΟ · ΟΠΛΟΦΟΡΟΣ · ΠΕΠΛΟΦΟΡΟΣ · ΣΤΡΟΒΙΛΟΦΟΡΟΣ · ΣΤΡΟΦΑΛΟΦΟΡΟΣ | |
ΑΜΜΟΛΟΦΟΣ · ΑΤΙΤΛΟΦΟΡΗΤΟΣ · ΑΥΤΟΤΙΤΛΟΦΟΡΟΥΜΕΝΟΣ · ΔΟΛΟΦΟΝΙΚΑ · ΔΟΛΟΦΟΝΙΚΟΣ · ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ · ΕΜΒΟΛΟΦΟΡΑ · ΤΙΤΛΟΦΟΡΩ · ΤΣΙΧΛΟΦΟΥΣΚΑ · ΧΕΡΣΟΛΟΦΟΣ ΑΝΘΡΑΚΟΦΟΡΑ · ΚΑΚΟΦΟΡΜΙΖΩ · ΚΑΚΟΦΟΡΜΙΣΜΑ · ΚΥΟΦΟΡΕΙ · ΚΥΟΦΟΡΙΑ · ΚΥΟΦΟΡΟΥΣΑ · ΚΥΟΦΟΡΩ · ΜΑΣΚΟΦΟΡΟΣ · ΜΕΣΟΦΟΡΙ · ΜΙΣΟΦΟΡΙ | |
ΟΜΦΑΛΟΦΟΡΟ · ΣΤΡΟΦΑΛΟΦΟΡΟΣ ΠΗΛΟΦΟΡΙ ΣΤΡΟΒΙΛΟΦΟΡΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΕΣ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΟ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΟΣ ΜΕΤΑΛΛΟΦΟΡΟΝ ΕΜΒΟΛΟΦΟΡΑ ΑΤΙΤΛΟΦΟΡΗΤΟΣ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΕΣ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΟ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΟΣ ΛΟΦΟΡΝΤ ΑΥΤΟΤΙΤΛΟΦΟΡΟΥΜΕΝΟΣ · ΚΟΝΤΥΛΟΦΟΡΟΣ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝΤΩΝ · ΜΕΤΑΛΛΟΦΟΡΟΝ · ΟΜΦΑΛΟΦΟΡΟ ΞΥΛΟΦΟΡΤΩΜΑ · ΞΥΛΟΦΟΡΤΩΝΩ ΚΥΚΛΟΦΟΡΩ · ΚΥΚΛΟΦΟΡΩΝ · ΤΙΤΛΟΦΟΡΩ ΕΜΒΟΛΟΦΟΡΑ ΟΠΛΟΦΟΡΟΣ · ΠΕΠΛΟΦΟΡΟΣ ΑΤΙΤΛΟΦΟΡΗΤΟΣ · ΑΥΤΟΤΙΤΛΟΦΟΡΟΥΜΕΝΟΣ · ΤΙΤΛΟΦΟΡΩ ΚΟΝΤΥΛΟΦΟΡΟΣ · ΞΥΛΟΦΟΡΤΩΜΑ · ΞΥΛΟΦΟΡΤΩΝΩ |