ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΛΟΠΟΙ ... (26 elements)

ΑΠΛΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ · ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ · ΑΠΛΟΠΟΙΩ · ΛΥΟΦΙΛΟΠΟΙΩ · ΠΙΛΟΠΟΙΟΣ · ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗ · ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ · ΥΛΟΠΟΙΗΣΙΜΟΣ · ΥΛΟΠΟΙΟΥΜΑΙ · ΥΛΟΠΟΙΩ

... ΟΠΟΙΗ ... (184 elements)

ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ · ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΘΕΙ · ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗ · ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗΣ · ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ · ΖΩΟΠΟΙΗΣΗ · ΠΕΡΙΟΔΟΠΟΙΗΣΗ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΙ · ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ · ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ

... ΑΛΟΠΟΙΗ ... (1 element)

ΜΕΓΑΛΟΠΟΙΗΣΗ

... ΕΛΟΠΟΙΗ ... (2 elements)

ΜΕΛΟΠΟΙΗΣΗ · ΜΟΝΤΕΛΟΠΟΙΗΣΗ

... ΛΟΠΟΙΗΜ ... (1 element)

ΑΠΛΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ

... ΛΟΠΟΙΗΣ ... (8 elements)

ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ · ΕΙΔΩΛΟΠΟΙΗΣΗ · ΜΕΓΑΛΟΠΟΙΗΣΗ · ΜΕΛΟΠΟΙΗΣΗ · ΜΟΝΤΕΛΟΠΟΙΗΣΗ

... ΠΛΟΠΟΙΗ ... (2 elements)

ΑΠΛΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ · ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ

... ΥΛΟΠΟΙΗ ... (2 elements)

ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ · ΥΛΟΠΟΙΗΣΙΜΟΣ

... ΩΛΟΠΟΙΗ ... (1 element)

ΕΙΔΩΛΟΠΟΙΗΣΗ