ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΛΛΑΚΤΟ ... (3 elements)el (3) : ΑΔΙΑΛΛΑΚΤΟΣ · ΑΜΕΤΑΛΛΑΚΤΟΣ · ΕΥΔΙΑΛΛΑΚΤΟΣ | |
ΑΠΡΟΦΥΛΑΚΤΟΣ · ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΕΙΟ · ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙΑ · ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙΚΟ · ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙΚΟΣ · ΓΑΛΑΚΤΟΣ · ΓΑΛΑΚΤΟΣΑΚΧΑΡΟ · ΓΑΛΑΚΤΟΦΟΡΟ · ΓΑΛΑΚΤΟΦΟΡΟΣ · ΜΕΛΙΣΤΑΛΑΚΤΟΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΟ · ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΟΣ · ΔΙΑΛΛΑΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΝΑΛΛΑΚΤΗΡΑΣ · ΕΝΑΛΛΑΚΤΗΣ · ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΙ · ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΣ · ΜΕΤΑΛΛΑΚΤΗΣ · ΜΕΤΑΛΛΑΚΤΙΚΟΙ · ΣΥΝΔΙΑΛΛΑΚΤΙΚΟΣ | |
ΑΔΙΑΛΛΑΚΤΟΣ · ΑΜΕΤΑΛΛΑΚΤΟΣ · ΕΥΔΙΑΛΛΑΚΤΟΣ ΑΔΙΑΛΛΑΚΤΟΣ · ΑΜΕΤΑΛΛΑΚΤΟΣ · ΕΥΔΙΑΛΛΑΚΤΟΣ |