ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΛΕΚΤΙΚΟ ... (18 elements)el (18) : ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΤΗΣ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΛΕΚΤΙΚΟ · ΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΜΟΝΟΛΕΚΤΙΚΟΣ | |
ΑΝΕΚΤΙΚΟΣ · ΔΕΚΤΙΚΟΣ · ΔΕΚΤΙΚΟΤΗΣ · ΔΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΠΙΔΕΚΤΙΚΟΣ · ΕΠΙΔΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΚΑΤΑΔΕΚΤΙΚΟΣ · ΚΑΤΑΔΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΟΡΕΚΤΙΚΟ · ΟΡΕΚΤΙΚΟΣ ΕΚΛΕΚΤΙΚΑ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΙΣΜΟΣ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΙΣΤΗΣ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΙΣΤΙΚΟΣ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΤΗΣ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΚΑΛΑΘΟΠΛΕΚΤΙΚΗ · ΠΛΕΚΤΙΚΗ · ΥΠΕΡΕΚΛΕΚΤΙΚΟΣ | |
ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΟΣ ΕΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΤΗΣ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΥΠΕΡΕΚΛΕΚΤΙΚΟΣ ... ΛΕΚΤΙΚΟΣ ... (11 elements) ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΔΥΣΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΟΣ ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΤΗΣ · ΕΚΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΟΛΥΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟ · ΠΟΛΥΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟΣ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΟΣ · ΜΟΝΟΛΕΚΤΙΚΟΣ ΣΥΜΠΛΕΚΤΙΚΟΣΥΜΒΟΛΟ ΔΥΣΛΕΚΤΙΚΟΣ ΠΟΛΥΛΕΚΤΙΚΟ · ΠΟΛΥΛΕΚΤΙΚΟΣ |