ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΚΕΛΕΥ ... (4 elements)el (4) : ΑΡΧΙΚΕΛΕΥΣΤΗΣ · ΚΕΛΕΥΣΤΗΣ · ΜΑΚΕΛΕΥΩ · ΥΠΟΚΕΛΕΥΣΤΗΣ | |
ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ · ΑΡΧΙΚΕΛΕΥΣΤΗΣ · ΔΙΕΛΕΥΣΕΙ · ΔΙΕΛΕΥΣΗ · ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟ · ΕΠΕΛΕΥΣΗ · ΚΕΛΕΥΣΤΗΣ · ΜΑΚΕΛΕΥΩ · ΡΕΜΠΕΛΕΥΩ · ΥΠΟΚΕΛΕΥΣΤΗΣ ΑΠΟΣΚΕΛΕΤΩΜΕΝΟΣ · ΑΡΧΙΚΕΛΕΥΣΤΗΣ · ΔΕΚΕΛΕΙΑ · ΕΝΔΟΣΚΕΛΕΤΟΣ · ΙΣΟΣΚΕΛΕΣ · ΚΕΛΕΥΣΤΗΣ · ΜΑΚΕΛΕΥΩ · ΜΑΤΑΣΚΕΛΕΚΕΛΕ · ΜΥΟΣΚΕΛΕΤΙΚΟ · ΥΠΟΚΕΛΕΥΣΤΗΣ | |
ΜΑΚΕΛΕΥΩ ΑΡΧΙΚΕΛΕΥΣΤΗΣ ΑΡΧΙΚΕΛΕΥΣΤΗΣ · ΚΕΛΕΥΣΤΗΣ · ΥΠΟΚΕΛΕΥΣΤΗΣ ΜΑΚΕΛΕΥΩ ΥΠΟΚΕΛΕΥΣΤΗΣ |