ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΙΣΜΑΤΙ ... (13 elements)el (13) : ΓΕΩΡΓΟΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΑ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΣΜΟΣ · ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΣ · ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΟΣ | |
ΓΕΩΡΓΟΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΑ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΣΜΟΣ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣΥΛΛΕΚΤΗΣ ΓΕΩΡΓΟΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ · ΔΙΑΝΥΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΑ · ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΗ · ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΑ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ · ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΣ | |
ΠΕΙΣΜΑΤΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΟΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΑ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΡΓΟΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΑ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ · ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΠΡΙΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΟ · ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΟΣ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΣ · ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΣ |