ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΙΣΘΗΤΟ ... (18 elements)el (18) : ΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ · ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΩ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΩ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΥΠΕΡΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΥΠΕΡΕΥΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΨΕΥΤΟΕΥΑΙΣΘΗΤΟΣ | |
ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ · ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΩ · ΑΝΤΙΟΛΙΣΘΗΤΙΚΟΣ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΩ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΟΛΙΣΘΗΤΗΡΑΣ · ΥΔΡΟΛΙΣΘΗΤΗΡΑΣ · ΨΕΥΤΟΕΥΑΙΣΘΗΤΟΣ ΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΑΝΕΠΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΑΣΥΝΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΗΜΙΑΝΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΚΑΛΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΥΠΕΡΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΥΠΕΡΕΥΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΨΕΥΤΟΕΥΑΙΣΘΗΤΟΣ | |
ΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ · ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΩ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ · ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΩ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΩ ΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΑΝΕΠΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΑΣΥΝΑΙΣΘΗΤΟΣ · ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΣ |