ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΙΡΕΤΙΚΟ ... (8 elements)el (8) : ΑΙΡΕΤΙΚΟ · ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ · ΑΙΡΕΤΙΚΟΤΗΣ · ΑΙΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΑΦΑΙΡΕΤΙΚΟΣ · ΔΙΑΙΡΕΤΙΚΟΣ · ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟΣ · ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΟΣ | |
ΑΙΡΕΤΙΚΟ · ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ · ΑΦΑΙΡΕΤΙΚΗ · ΔΙΑΙΡΕΤΙΚΟΣ · ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ · ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ · ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗΣ · ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΑ · ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΗ · ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΑΝΤΙΠΥΡΕΤΙΚΟ · ΑΝΤΙΠΥΡΕΤΙΚΟΣ · ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΞΥΠΗΡΕΤΙΚΟ · ΕΞΥΠΗΡΕΤΙΚΟΣ · ΕΞΥΠΗΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΕΦΕΥΡΕΤΙΚΟΣ · ΕΦΕΥΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΠΥΡΕΤΙΚΟΣ · ΥΠΗΡΕΤΙΚΟΣ | |
ΑΙΡΕΤΙΚΟ · ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ · ΑΙΡΕΤΙΚΟΤΗΣ · ΑΙΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ · ΑΦΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ · ΑΦΑΙΡΕΤΙΚΟΣ · ΔΙΑΙΡΕΤΙΚΟΣ · ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟΣ · ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΤΗΣ · ΑΙΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ |