ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΙΘΥΜΗ ... (3 elements)el (3) : ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟ · ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟΣ · ΕΠΙΘΥΜΗΤΟΣ | |
ΑΝΑΘΥΜΗΣΗ · ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟ · ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟΣ · ΕΝΘΥΜΗΜΑ · ΕΝΘΥΜΗΣΗ · ΕΠΙΘΥΜΗΤΟΣ · ΕΥΘΥΜΗΣ · ΘΥΜΗΔΙΑ · ΘΥΜΗΣΗ · ΘΥΜΗΤΙΚΟ ΑΛΕΞΙΘΥΜΙΑ · ΑΜΦΙΘΥΜΙΑ · ΑΨΙΘΥΜΙΑ · ΑΨΙΘΥΜΟΣ · ΕΠΙΘΥΜΕΙ · ΕΠΙΘΥΜΙΑ · ΕΠΙΘΥΜΙΩΝ · ΕΠΙΘΥΜΟΣ · ΕΠΙΘΥΜΩ · ΕΠΙΘΥΜΩΝ | |
ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟ · ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟΣ · ΕΠΙΘΥΜΗΤΟΣ ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟ · ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟΣ · ΕΠΙΘΥΜΗΤΟΣ |