ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΗΛΕΚΤΡΙ ... (31 elements)

ΑΤΜΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟ · ΔΙΣΥΔΡΟΞΥΗΛΕΚΤΡΙΚΟ · ΕΞΗΛΕΚΤΡΙΖΩ · ΕΞΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΣ · ΘΕΡΜΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ · ΘΕΡΜΟΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΣ · ΠΙΕΖΟΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΣ · ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΑ · ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΗ · ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ

... ΛΕΚΤΡΙΚ ... (20 elements)

ΔΙΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ · ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ · ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ · ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΙ · ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ · ΘΕΡΜΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ · ΜΑΓΝΗΤΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ · ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΗ · ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ · ΦΩΤΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ

... ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ... (1 element)

ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΑ

... ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ... (3 elements)

ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ · ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ · ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΗ

... ΗΛΕΚΤΡΙΚΟ ... (14 elements)

ΑΤΜΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟ · ΗΛΕΚΤΡΙΚΟ · ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΙ · ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ · ΘΕΡΜΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ

... ΙΗΛΕΚΤΡΙΚ ... (2 elements)

ΔΙΗΛΕΚΤΡΙΚΟ · ΔΙΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ

... ΟΗΛΕΚΤΡΙΚ ... (9 elements)

ΑΤΜΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟ · ΘΕΡΜΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ · ΜΑΓΝΗΤΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟΣ · ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΑ · ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΗ

... ΥΗΛΕΚΤΡΙΚ ... (1 element)

ΔΙΣΥΔΡΟΞΥΗΛΕΚΤΡΙΚΟ