ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese

... ΕΥΟ ... (135 elements)

ΑΠΑΡΑΣΚΕΥΟΣ · ΕΙΔΙΚΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΥΟΜΑΙ · ΘΡΗΣΚΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΛΟΓΙΚΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ · ΣΚΕΥΟΘΗΚΗ · ΣΚΕΥΟΣ · ΣΚΕΥΟΦΥΛΑΚΑΣ · ΣΚΕΥΟΦΥΛΑΚΙΟ

... ΥΟΜ ... (148 elements)

ΑΚΟΥΟΜΕΤΡΟ · ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΣ · ΑΡΔΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΜΑΘΗΤΕΥΟΜΕΝΟ · ΜΑΘΗΤΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΠΟΛΙΤΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΥΠΟΔΥΟΜΕΝΟΣ

... ΔΕΥΟΜ ... (8 elements)

ΑΡΔΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΑΥΤΟΠΑΓΙΔΕΥΟΜΑΙ · ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΑΙ · ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΞΟΔΕΥΟΜΑΙ

... ΕΥΟΜΑ ... (82 elements)

ΒΟΛΕΥΟΜΑΙ · ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΟΜΑΙ · ΔΥΣΚΟΛΕΥΟΜΑΙ · ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΟΜΑΙ · ΕΠΙΒΟΥΛΕΥΟΜΑΙ

... ΕΥΟΜΕ ... (23 elements)

ΑΡΔΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΜΑΘΗΤΕΥΟΜΕΝΟ

... ΖΕΥΟΜ ... (2 elements)

ΜΑΖΕΥΟΜΑΙ · ΣΥΜΜΑΖΕΥΟΜΑΙ

... ΘΕΥΟΜ ... (3 elements)

ΕΠΑΛΗΘΕΥΟΜΑΙ · ΜΑΘΕΥΟΜΑΙ · ΠΡΟΜΗΘΕΥΟΜΑΙ

... ΙΕΥΟΜ ... (3 elements)

ΑΣΤΕΙΕΥΟΜΑΙ · ΑΣΤΕΙΕΥΟΜΕΝΑ · ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΜΑΙ

... ΚΕΥΟΜ ... (7 elements)

ΕΙΔΙΚΕΥΟΜΑΙ · ΕΙΔΙΚΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΟΜΑΙ · ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΥΟΜΑΙ · ΘΡΗΣΚΕΥΟΜΕΝΟΣ

... ΛΕΥΟΜ ... (11 elements)

ΒΑΣΙΛΕΥΟΜΕΝΗ · ΒΟΛΕΥΟΜΑΙ · ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΟΜΑΙ · ΔΥΣΚΟΛΕΥΟΜΑΙ · ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΟΜΑΙ

... ΜΕΥΟΜ ... (3 elements)

ΑΠΟΔΕΣΜΕΥΟΜΑΙ · ΔΕΣΜΕΥΟΜΑΙ · ΔΙΑΠΟΡΘΜΕΥΟΜΑΙ

... ΝΕΥΟΜ ... (10 elements)

ΕΙΡΩΝΕΥΟΜΑΙ · ΕΚΠΟΡΝΕΥΟΜΑΙ · ΚΗΔΕΜΟΝΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΜΗΧΑΝΕΥΟΜΑΙ · ΠΕΡΗΦΑΝΕΥΟΜΑΙ

... ΞΕΥΟΜ ... (1 element)

ΕΚΤΟΞΕΥΟΜΑΙ

... ΠΕΥΟΜ ... (2 elements)

ΑΠΟΘΕΡΑΠΕΥΟΜΑΙ · ΘΕΡΑΠΕΥΟΜΑΙ

... ΡΕΥΟΜ ... (22 elements)

ΕΚΠΟΡΕΥΟΜΑΙ · ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΑΙ · ΕΠΙΣΣΩΡΕΥΟΜΑΙ · ΕΧΘΡΕΥΟΜΑΙ · ΚΟΚΟΡΕΥΟΜΑΙ

... ΤΕΥΟΜ ... (29 elements)

ΑΜΦΙΤΑΛΑΝΤΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΟΜΕΝΟΣ · ΜΑΘΗΤΕΥΟΜΕΝΟ · ΜΑΘΗΤΕΥΟΜΕΝΟΣ

... ΦΕΥΟΜ ... (1 element)

ΝΥΜΦΕΥΟΜΑΙ

... ΧΕΥΟΜ ... (1 element)

ΜΟΙΧΕΥΟΜΑΙ

... ΨΕΥΟΜ ... (1 element)

ΚΟΜΨΕΥΟΜΕΝΟΣ