ar: Arabic · bg: Bulgarian · cs: Czech · da:Danish · de: German · el: Greek · en: English · es: Spanish · et : Estonian · fa: Persian · fi: Suomi · fr: French · he: Hebrew · hi: Hindi · hr: Croatian · hu: Hungarian · id: Indonesian · is: Icelandic · it: Italian · ja: Japanese · ko: Korean · lt: Lithuanian · lv: Latvian · nl: Dutch · no: Norwegian · pl: Polish · pt: Portuguese · ro: Romanian · ru: Russian · sk: Slovak · sl: Slovenian · sr: Serbian · sv: Swedish · th: Thai · tr: Turkish · vi: Vietnamese · zh: Chinese
... ΕΥΝ ... (52 elements)el (52) : ΑΚΑΤΕΥΝΑΣΤΟΣ · ΔΙΕΡΕΥΝΩ · ΕΞΕΡΕΥΝΩ · ΕΡΕΥΝΩ · ΕΡΕΥΝΩΝ · ΚΑΤΕΥΝΑΖΩ · ΚΑΤΕΥΝΑΣΙΜΟΣ · ΚΑΤΕΥΝΑΣΜΟΣ · ΚΑΤΕΥΝΑΣΤΙΚΟ · ΡΕΥΝΙΟΝ | |
ΕΥΠΡΕΠΙΖΟΜΑΙ · ΕΥΠΡΕΠΙΖΩ · ΕΥΠΡΕΠΩΣ · ΕΥΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟΣ · ΕΥΠΡΟΣΒΛΗΤΟΣ · ΕΥΠΡΟΣΔΕΚΤΑ · ΕΥΠΡΟΣΔΕΚΤΟ · ΕΥΠΡΟΣΔΕΚΤΟΣ · ΕΥΠΡΟΣΗΓΟΡΟΣ · ΕΥΠΡΟΣΙΤΟΣ ΑΠΟΘΑΡΡΥΝΣΗ · ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ · ΑΠΟΣΚΛΗΡΥΝΣΗ · ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ · ΕΛΑΦΡΥΝΣΗ · ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗ · ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ · ΜΠΟΥΝΣΕΝ · ΣΚΛΗΡΥΝΣΗ · ΣΜΙΚΡΥΝΣΗ | |
ΑΚΑΤΕΥΝΑΣΤΟΣ · ΕΡΕΥΝΑΣ · ΕΥΝΑΠΙΟΣ · ΕΥΝΑΡΔΟΣ · ΚΑΤΕΥΝΑΖΩ ΕΡΕΥΝΕΣ ΔΙΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΣ · ΕΞΕΡΕΥΝΗΤΗΣ · ΕΞΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΣ · ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ · ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΡΕΥΝΙΟΝ ΕΥΝΟΗΤΟΣ · ΕΥΝΟΙΑ · ΕΥΝΟΙΑΣ · ΕΥΝΟΙΚΑ · ΕΥΝΟΙΚΟΣ ΕΥΝΥΧΟΣ ΔΙΕΡΕΥΝΩ · ΕΞΕΡΕΥΝΩ · ΕΡΕΥΝΩ · ΕΡΕΥΝΩΝ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ · ΔΙΕΡΕΥΝΩ · ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗ · ΕΞΕΡΕΥΝΗΤΗΣ · ΕΞΕΡΕΥΝΩ ΑΚΑΤΕΥΝΑΣΤΟΣ · ΚΑΠΤΕΥΝ · ΚΑΤΕΥΝΑΖΩ · ΚΑΤΕΥΝΑΣΙΜΟΣ · ΚΑΤΕΥΝΑΣΜΟΣ |